Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2008

Να προσέχεις....


Είχα ανέβει ψηλά στον λόφο, από εκεί κοιτούσα κάτω τη πόλη φωτισμένη, με μια θέρμη μαγική, γεμάτη από ζωή και χρώματα..

Τα αστέρια στον ουρανό ζωντάνευαν τα όνειρα της και γω ζήλευα, πόσο ζήλευα τα όνειρα της πόλης.

Αυτοεξόριστος ερημίτης, μιας παρεξήγησης θύμα, μιας αλήθειας γέννημα…

Ξημέρωνε σαν μ’ έπιασε το αγιάζι και ένα πουλί μικρό στάθηκε απέναντί μου.
«Μην την περιμένεις» Μου πε με μιλιά ανθρώπου. «Δεν θα ρθεί»
«Ξέρεις τίποτα; Την είδες;» Ρώτησα με αγωνία. Τίναξε τα φτερά του.
«Αυτή μ’ έστειλε σε σένα. Μου είπε να σου πω, πως άδικα περιμένεις»

Έμεινα πολύ ώρα σιωπηλός, ψάχνοντας τις λέξεις. «Γιατί» Ήταν το μόνο που κατάφερα να ψελλίσω…»Ψάξε εκεί κάτω τις απαντήσεις» Μου έδειξε την πόλη.. Τα φώτα ένα ένα σβήνανε…
«Μα είμαι αυτοεξόριστος, πως μπορώ…» Το πουλί έμοιαζε λυπημένο τώρα.
«Τα φώτα φταιν, αυτά ερωτεύτηκε και έμεινε μαζί τους» Είπε και πέταξε μακριά.

Έμεινα μόνος, είχε ξημερώσει για τα καλά πια.
Τέντωσα το χέρι ψηλά στον ουρανό, βρήκα τον διακόπτη….ξαναφερα την νύχτα…Τα φώτα άναψαν πάλι στην πόλη.

«Να προσέχεις» Της ψιθύρισα…

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2008

Μια μέρα ακόμη ζω, μια ώρα ακόμη ζω, ένα λεπτό, ακόμη ζω…

Ανία, πλήξη, στασιμότητα.

Ταξίδια που δεν τελειώνουν, Ταξίδια που δεν αρχίζουν,

σύννεφα μαύρα, σε ορίζοντες, ηλίθια νεύματα σε μάτια παγερά αδιάφορα…

Και εσύ τρέχεις, μα σαν κακό όνειρο, μένεις εκεί, να κοιτάς, να κοιτάς, να κοιτάς…

Μια μέρα ακόμη ζω, μια ώρα ακόμη ζω, ένα λεπτό, ακόμη ζω…

Ποιος μ’ ακούει;

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2008

Άντε πάλι από την αρχή…


Άντε πάλι από την αρχή…μάζεψε τα κομμάτια σου, ετοίμασε τις τσάντες των αναμνήσεων σου, μην ξεχάσεις να πάρεις και εκείνο το χαμόγελο που σου χάρισε μια νύχτα που περίμενε επισκέψεις…και εκείνη την σκοτεινή γωνιά στο βλέμμα της, που πρόλαβες να δεις καθώς χαμήλωνε το φως…

Μα τι άγχος Θεέ μου αυτή η επιστροφή…σαν ταινία.. θυμάσαι τι σου είχα πει τότε; …σαν ταινία που πάντα κάποιος φεύγει μόνος στο τέλος…

Τώρα μπροστά η Θάλασσα, ο δρόμος, ένας γλάρος στην έρημο που ζητά μια θάλασσα , μια αργοπορημένη καμήλα στην μέση του πελάγους που ζητά ένα δρόμο μεταξιού, την αιτία να υπάρξει..

Βαρέθηκα αυτά τα ταξίδια της νοσταλγίας, είναι μεγάλος μπελάς, μπαζώνεις, λες «γεια», φεύγεις, στον δρόμο κουράζεσαι, κάθεσαι να ξαποστάσεις, κατεβάζεις τα πράγματα, τα κοιτάζεις αμήχανα, παλεύεις να μην τα σκαλίσεις, τα σκαλίζεις, πονάς, κλαις, τα ξανάφορτώνεις, άντε πάλι απ την αρχή.

Μπορείς να τα πετάξεις όλα αν θες και να ελευθερωθείς ή να κρατήσεις μόνο κάτι…έτσι για ανάμνηση, ας πούμε, μια εικόνα από τα μαλλιά της που ανυπόταχτα της έσπαγαν τα νεύρα, ή από την έκπληξη της, που μάντεψες τι ρούχα φορούσε…

Μα είναι σίγουρο…πώς όσα πιο πολλά πετάς, τόσο πιο φτωχός μένεις…

Και κάποια μέρα, μην έχεις καμιά αμφιβολία γι αυτό, δεν θα ταξιδεύεις πια…σκιά θα είσαι η δέντρο ριζωμένο, γιατί δεν θα υπάρχεις καν σαν ανάμνηση δικιά της.

Και ότι κουβαλάς, όποιο δρόμο και να πάρεις…τίποτα δεν θα χει αλλάξει από σένα και τίποτα δεν θα υπάρχει πραγματικά…..

Φτωχέ στατικέ οδοιπόρε…

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2008

ΑντιΕυχές


Είναι λίγο μάταιη η αναζήτηση…

Ίσως γιατί η τόλμη μόνο δεν φτάνει για να δεις αυτό που κρύβουν τα λόγια σου εκείνη την ωραία ώρα που φεύγεις….

Συγχώρεστεμαι αν διαβάζεται λόγια μελαγχολικά στην αρχή του χρόνου, πόσο παράταιρα αντίθετος με το κλίμα της χαρά σας και των νέων …προσδοκιών…

Μα λογαριάστε πως πάντα κάποιος θα χαλάει την εορταστική ατμόσφαιρα με την άσχημη εικόνα του….

Συγχωρέστεμαι για την έλλειψη ευχών, είναι έλλειμμα φυσικό…

Χθες χάσαμε τον ανθρωπισμό μας, σήμερα την αγνότητα των ευχών μας, αύριο;

Αύριο ίσως να μην μείνει τίποτα να χάσουμε και να μας ξεχάσει ο χρόνος…

Μεγάλη ανακούφιση γι αυτούς που δεν έχουν …για κανέναν να ψωνίσουν…..