Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2007

ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ.

Μα Δεν μπορεί εδώ ήταν. Το είδα. Να τι παθαίνεις σαν πετάς τα λεφτά σου από δω κι από κει.
Τι χαζομάρα…Τόση φασαρία για ένα πενηντάρικο. Που είσαι καλό μου πενηντάρικο; καρέκλα στη μέση του Κοιτώ κάτω από το ντιβάνι, πίσω από το σπασμένο κομοδίνο και για ακόμα μια φορά στις τσέπες του καλοσιδερομένου παντελονιού μου.
Βρίζω δυνατά γιατί ούτε το πενηντάρικο και το παντελόνι τσαλακώνω. Βάζω τη δωματίου και κοιτώ με περίσκεψη γύρω. Χαμογελώ πικρόχολα. Τελικά το βρήκα το πενηντάρικο είναι κάτω από την νάιλον ντουλάπα. Το παίρνω και το ακουμπώ πάνω σε δυο τρία χαρτονομίσματα. Ντύνομαι γρήγορα μα προσεχτικά. Όλα κι όλα, πρέπει να είμαι στην τρίχα που λένε.
Τα μαλλιά μου που φουντώνουν και είναι ότι πιο όμορφο έχω πάνω μου τα προσέχω ιδιαίτερα. Πλένω τα δόντια μου και τρίβω το λαιμό μου με λίγη κολόνια. Όλα κι όλα, πρέπει να είμαι στην τρίχα που λένε. Σκουπίζω τα παπούτσια μου τα μαύρα και τα γυαλίζω με μπογιά. Τα εξετάζω προσεχτικά. Φορώ το σακάκι μου. Είναι λίγο παλιομοδίτικο μα ποιος δίνει σημασία σε λεπτομέρειες, αρκεί που είναι καθαρό και στιλάτο.
Κοιτώ το ρολόι μου. Τα ραντεβού δεν πρέπει να περιμένουν. Πηγαίνω στο καθρέφτη. Παίρνω πόζες. Εντάξει είμαι, καλός, όπως αρμόζει στην περίσταση.
Βάζω στην τσέπη τα χρήματα και βγαίνω έξω. Περπατώ γρήγορα για να μην αργήσω. Ψάχνω να βρω και μια δικαιολογία έξυπνη, που Δε θα τις αφήσει κανένα περιθώριο αντίδρασης. Την διαδρομή την ξέρω τόσο καλά που θα μπορούσα να την περπατήσω και με κλειστά μάτια.
Φτάνω έξω από το γνωστό ανθοπωλείο. Μπαίνω με φορά. Με υποδέχεται μια καλλίγραμμη ξανθιά πωλήτρια.
«Αργήσατε σήμερα» Μου λέει
«Ναι…δυστυχώς» Απαντώ αγχωμένα.
«Τα γνωστά;» Χαμογελώ.
«Κοιτάξτε να είναι καλό» Της λέω
«Πάντα Δε σας δίνω το καλύτερο;» Πλησιάζει μια γλάστρα με κόκκινα τριαντάφυλλα. Διαλέγει το πιο ωραίο και πηγαίνει πίσω από τον πάγκο για να το ετοιμάσει. Τα χέρια της δουλεύουν γρήγορα.
«Πολύ τυχερή η κοπέλα σας ε;»
«Δεν ξέρω. Γιατί ;»Η Πωλήτρια σηκώνει το κεφάλι της και με κοιτά.
«Μα πρέπει να την αγαπάτε πολύ για να της πηγαίνετε κάθε μέρα σχεδόν και ένα τριαντάφυλλο» Μια σκιά περνά από το ξαναμμένο πρόσωπο μου.
«Ναι την αγαπώ πολύ» Μουρμουρίζω.
Της δίνω τα χρήματα, παίρνω την ανθοδέσμη και βγαίνω έξω.
«Τα ρέστα σας…Είπα τίποτα κακό;» Αναρωτιέται.
Συνεχίζω τον δρόμο μου γρήγορα. Κοιτώ το ρολόι μου. Ω άργησα. Δεν το θέλω αυτό, δεν πρέπει. Πρέπει να είμαι συνεπής στο ραντεβού έχω και τρακ. Περπατώ ακόμα πιο γρήγορα. Αναπνέω βαθιά να ηρεμήσω Οι βαθιές αναπνοές είναι πάντα χρήσιμες σ’ αυτές τις περιπτώσεις
Επιτέλους μετά από ώρα φτάνω έξω από το πάρκο, εκείνο που συμφωνήσαμε να συναντηθούμε .
Σταματώ. Η καρδιά μου χτυπά δυνατά. Αναρωτιέμαι πως θα την δω και τι θα της εξηγήσω. Σιάζομαι και με βήμα αργό και επίσημο χώνομαι μέσα στα δέντρα. Ξέρω καλά που πάω. Το κάθε δέντρο, η κάθε πέτρα, το κάθε παγκάκι μου είναι γνωστά. Με καλωσορίζουν μα και με μαλώνουν που άργησα, που την άφησα να περιμένει
Σταματώ μπροστά σε ένα άδειο παγκάκι. Αφήνω το τριαντάφυλλο πάνω του. Ακούω την σιωπή. Το παιχνίδι κάπου εδώ τελειώνει.
Τελειώνει και το υποτιθέμενο ραντεβού μου, με την υποτιθέμενη κοπέλα μου. Κάθομαι στο παγκάκι χαμογελώντας πικρά. Στο κάτω, κάτω όλοι λίγο πολύ μ’ αυταπάτες την βγάζουμε...

4 σχόλια:

Unknown είπε...

Όλοι ζουν με κάποιου είδους αυταπάτες, αυτό είναι αλήθεια. Δεν είναι όμως πολλοί αυτοί που φτάνουν στο σημείο να τις φέρουν στο φως... Τα τριαντάφυλλα ήταν για κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο που υπήρξε κάποτε στη ζωή σου ή δώρο στην "απουσία" γενικότερα..?

FISP είπε...

Μαλον δώρο ήταν για αυτά που κέρδισες με την απόγνωση σου και πάντα τα είχες με την απουσία τους.
έτσι κι αλλιώς οι αυταπάτες θέλουν θάρρος...
Δεν είναι βιωματικό αυτό που γράφω ίσως η μοναξιά της πόλης είναι..

Unknown είπε...

H μοναξιά δίνει ωραία κείμενα. Και κάποιοι, κάπου, κάποτε επιλέγουν τη μοναξιά από το πλήθος καταγράφοντας ότι νιώθουν και παρατηρούν... Η μοναξιά είναι επιλογή ή μήπως όχι..?

FISP είπε...

Πάντα είναι επιλογή, όταν δεν είναι είναι τραγωδία